Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Για πες...



΄Εχεις;

΄Εχω...


Για  βάλε να δούμε...


Για πες..."


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!!!!





Δε θέλω βεβαίως να χαλάσω των ημερών το κλίμα με  απαισιόδοξες σκέψεις, όμως και επειδή δεν μπορώ να σφυρίζω αδιάφορα, 

εύχομαι υγιείς και αδελφωμένοι

 ΝA




και  ΘΑ 

προσπεράσουμε τα δύσβατα μονοπάτια,

 που οι επόμενοι δύσκολοι Δεκέμβρηδες  μας επιφυλάσσουν. 


Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Τέτοιες μέρες... τέτοια λόγια...









myspace layout images





XΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΑΣ και ΚΑΛΑ!!!!




Θα σκεφτείς τώρατι βρήκα και θυμήθηκα...
Όμως δεν επρόκειτο μόνο για τη χαρά των παιδιών αλλά και των γονιών, που καμάρωναν τα βλαστάρια τους μέσα στον εορταστικό πανζουρλισμό.
Οι κυλιόμενες σκάλες ανεβοκατέβαζαν ασταμάτητα λαίμαργα ματάκια,
συνωμοτικά χαμογελάκια και λαμπερά προσωπάκια.
΄Ελαμπαν οι παιδικές ψυχούλες από την προσμονή του εορταστικού πανoράματος και των γονιών  από ευχαρίστηση.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μπορεί έτσι να το έβλεπα εγώ. ΄Oμως κοντά στα μικρά μου ξαναγινόμουν η τετράχρονη παιδούλα που ποτέ δεν ξεχνά  κάποιον αγιο-Βασίλη, που τέτοιες μέρες καλή ώρα… τω καιρώ εκείνω… αναπαυόταν στο κρεββάτι του σε μια βιτρίνα (κοντά στου Στρογγυλού) στην Πλατεία  Κλαυθμώνος. Δίπλα του μια κουνιστή πολυθρόνα όπου βρίσκονταν απλωμένη επάνω της η κόκκινη φορεσιά του και κάτω  στο δάπεδο οι μαύρες του μπότες.

free myspace layouts


Τέτοιες μέρες δε γινόταν να μη νοσταλγήσω τις εποχές που με τραβολογούσαν τα δύο αρχικά, τρία αργότερα και φτάσαμε αισίως …στα πέντε, με ένα στόμα μια φωνή «Μαμά, πότε θα πάμε στο Mινιόν για τα δώρα μας»…
Κι’ εγώ βαράτε με κι’ ας κλαίω ήμουνα. Πολύ πριν από τα μικρά μου προετοίμαζα τη γλαρο-επιδρομή στο  ιστορικό πολυκατάστημα. Tις λίστες για να καταθέσουμε στα ταμεία του τα χρηματικά δώρα από τον παππού και  τη γιαγιά τους και να...παραλάβουμε Playmobil ( κάστρα, φρούρια και σπίτια)
Και μεταξύ μας, τα playmobil  άρεσαν πολύ και σε μένα...

Μαζί τους στο πάτωμα κι εγώ να συναρμολογούμε κομμάτια...τι να λέμε τώρα... 
A house on my street.


τηλεκατευθυνόμενα, ράγες, βαγόνια, μηχανές και ...σιδηροδρομικούς σταθμούς,



τη Bibibo με τη προίκα της και τον …αγαπητικό της John-John...


΄Αλλοτε  ...θέλαμε και από μια Barbie κάθε φορά με το νοικοκυριό της...




Λιώνανε τα πόδια μου να τρέχουμε από όροφο σε όροφο, αν και το ζητούμενό τους ήταν ο όροφος με τα παιχνίδια και τον ευτραφή "άγιο",  που στην αγκαλιά του απαθανατίζονταν χαρούμενα και παραμυθένια στιγμιότυπα.
Και ύστερα στον τελευταίο όροφο για φαγητό και λουκουμάδες. Από ένα δίσκο το καθένα τους και ανασηκώνοντας τα ποδαράκια τους στις μύτες των παπουτσιών τους, διάλεγαν με λαιμαργία...θαρρείς και τα είχα νηστικά... διάφορες λιχουδιές.

Αυτά συνέβαιναν τέτοιες μέρες στο λαμπερό και πολύχρωμο εορταστικό ΜΙΝΙΟΝ.





΄Ενα πολυκατάστημα που ξεκίνησε από ...περίπτερο



που εξελίχθηκε σε κολοσσό όπου απασχολούνταν πολλοί εργαζόμενοι και το οποίο
καθιέρωσε καινοτομίες που ακολούθησαν και άλλα πολυκαταστήματα:
1) Καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις.
2) Κατάργησε τα παζάρια, που ίσχυαν μέχρι τότε, και όρισε συγκεκριμένες τιμές.
3) Έβαλε στα κτίριά του κυλιόμενες σκάλες.
4) Καθιέρωσε τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου.
5) Λειτούργησε εστιατόριο καφετέρια-μπαρ.
6) Καθιέρωσε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στους χώρους του.

Με αφορμή λοιπόν τούτες τις αναμνήσεις, που με έζωσαν χρονιάρες μέρες, αναζήτησα στο Γκούγκλη πληροφορίες για το Μινιόν και μαθαίνω πως σύντομα ανακαινίζεται και θα επαναλειτουργήσει.
΄Ητανε λέει να παραδοθεί την Άνοιξη του 2011
αλλά με την οικονομική κρίση ...φρενάρησαν


Πληροφορήθηκα και όλo το βιογραφικό του τότε και αυτοδημιούργητου ιδιοκτήτη του Γιάννη Γεωργακά, ο οποίος
«…έφυγε το 2002 στα 90 του. Αλλά αν το Μινιόν ανοίξει ξανά, δεν μπορεί, θα είναι κάπου εκεί…»


http://www.inout.gr/archive/index.php/t-32891.html

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

e-υχές





(εικόνα)

Η χριστουγεννιάτικη κάρτα έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της στην Αγγλία. Η πρώτη χριστουγεννιάτικη κάρτα σχεδιάστηκε το 1843 στο Torquay , μια μικρή πόλη στη νοτιοδυτική κομητεία του Ντέβον. Ο πολυάσχολος Sir Henry Cole που εργαζόταν σε δημόσια υπηρεσία, προβλέποντας ότι δεν θα είχε χρόνο να ευχηθεί αυτοπροσώπως σε συγγενείς και φίλους, ζήτησε από τον καλλιτέχνη John Callcott Horsley, ζωγράφο και μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας, να του σχεδιάσει μια κάρτα με ένα συγκεκριμένο μήνυμα, προκειμένου να στείλει τις ευχές του στα αγαπημένα του πρόσωπα. Με αυτό τον τρόπο γεννήθηκε η πρώτη χριστουγεννιάτικη κάρτα. Λιθογραφήθηκε και ζωγραφίστηκε σε χοντρό χαρτόνι, 5 1/8 επί 3 1/4 ίντσες, σε σκούρα σέπια και ζωγραφίστηκε με το χέρι.
Το κέντρο της κάρτας έδειχνε ένα οικογενειακό πάρτι σε εξέλιξη, κάτω από το οποίο υπήρχε το μήνυμα - «A Merry Christmas and a Happy New Year To You».
Στη μία πλευρά υπάρχει μία σκηνή που ταΐζουν κάποιον πεινασμένο και στην άλλη μία σκηνή που ντύνουν τους φτωχούς.
Είχε, όμως, τόσο μεγάλη επιτυχία, που 1.000 κάρτες τυπώθηκαν εκείνη τη χρονιά και έτσι ξεκίνησε η εμπορική παραγωγή ευχετήριων καρτών.
Η καθεμιά κάρτα κόστιζε ένα σελίνι. Σήμερα οι πρώτες αυτές κάρτες είναι πολύ σπάνιες. Το Δεκέμβριο του 2005 μία τέτοια κάρτα πουλήθηκε αντί του ποσού των 8.500 λιρών Αγγλίας.
Δυσμενή σχόλια...
Η πρώτη χριστουγεννιάτικη κάρτα σχολιάστηκε δυσμενώς από τους Άγγλους Πουριτανούς και από διάφορες οργανώσεις αντιαλκοολικών. Η εικόνα μιας οικογένειας, που υψώνει ένα ποτήρι κρασί για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα, τους σόκαρε.
Η γενική εντύπωση, όμως, ήταν θετική και η κάρτα είχε επιτυχία.
Έτσι γεννήθηκε ένας τελείως καινούριος κλάδος στη βιομηχανία αλλά και ένα νέο έθιμο, που σύντομα πέρασε τον Ατλαντικό και έφτασε στις Η.Π.Α.
Από την Ευρώπη στο νέο κόσμο
Στη δεκαετία 1840-1850 οι κάρτες τυπώνονταν στην Ευρώπη και εισάγονταν στην Αμερική. Στα 1850, ο λιθογράφος R.H.Pease, ιδιοκτήτης και ενός καταστήματος ρούχων στο Albany της Νέας Υόρκης, τύπωσε την πρώτη χριστουγεννιάτικη κάρτα στις Η.Π.Α., στην οποία έγραψε το μήνυμα  «Χριστουγεννιάτικες ευχές από το μεγάλο κατάστημα του Pease, το ναό της μόδας».
Η κάρτα παρουσιάζει μία οικογένεια να ανοίγει τα δώρα της γύρω από το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Σήμερα υπάρχει ένα μοναδικό αντίτυπο της κάρτας αυτής.
Το εικονογραφημένο ταχυδρομικό δελτάριο (καρτ-ποστάλ) εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και αντικατέστησε γρήγορα τις παλαιότερες χριστουγεννιάτικες κάρτες, που συνοδεύονταν πάντα από το δικό τους φάκελο.
Από τότε έως σήμερα, η εμφάνιση της χριστουγεννιάτικης κάρτας άλλαξε πολλές φορές.
Στη δεκαετία του 1920 ο φάκελος επανήλθε στη μόδα, στα 1960 εμφανίστηκε η χριστουγεννιάτικη “studio card” με χαρακτηριστικό αδρό σχέδιο και κείμενο πολλές φορές δηκτικό, ενώ κατά τη δεκαετία του 1970 το κοινό προτίμησε κάρτες πιο καλλιτεχνικές, που συχνά περιλάμβαναν μακρά ποιήματα.
(Πηγή: http://www.sigmalive.com/simerini/news/social/224008)



Οι δικές μου e-υχές 
για Ο,ΤΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ κaι ΕΛΠΙΖΕΙ με προτεραιότητα την YΓΕΙΑ!!!

christmas Pictures, Images and Photos

love


christmas Pictures, Images and Photos
peace
christmas Pictures, Images and Photos
hope
christmas Pictures, Images and Photos

joy




ΕΥΧΟΜΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ
ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ, ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ,
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ και ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΓΑΛΗΝΗ

και σε πείσμα των δύσκολων  καιρών,
 ας διατηρήσουμε την ανθρωπιά και το χαμόγελό μας

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Δεν ήτο μία…






Μεταξ τν πολλν δημωδν τύπων, τος ποίους θ χωσι ν κμεταλλευθσιν ομέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπ κατέχει θέσιν κακ πενθερά, ς κα κακ μητρυιά. Περ μητρυις λλωστε θ ποπειραθ ν διαλάβω τινά, πρς ποικοδόμησιν τν ναγνωστν μου. Περ μις κακς πενθερς σήμερον λόγος.
Ες τί πταιεν τυχς νέα Διαλεχτή, οτως νομάζετο, θυγάτηρ το Κασσανδρέως
μπάρμπα Μανώλη, μεταναστεύσαντος κατ τν λληνικν πανάστασιν ες μίαν τν νήσων το Αγαίου; Ες τί πταιεν ν το στείρα κα τεκνος; Εχε νυμφευθ πρπταετίας, κτοτε δς μετέβη ες τ λουτρ τς Αδηψο, πεντάκις τς δωκαν ν πίη διάφορα τελεσιουργ βότανα, ες μάτην, γ μενεν γονος. Δυ τρες γύφτισσαι τς δωκαν ν φορέση περίαπτα θαυματουργ περ τς μασχάλας, επούσαι ατ, τι τοτο το τ μόνον μέσον, πως γεννήσ, κα μάλιστα υόν. Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τ δώρησεν γιασμένον κομβολόγιον, επν ατ ν τ βαπτίζ κα νπίν τ δωρ. Τ πάντα μάταια.
π τέλους μ τν πελπισίαν λθε κα νάπαυσις τς συνειδήσεως, κα δν νόμιζεν αυτν νοχον. Τ ατ μως δν φρόνει κα γραα Καντάκαινα,
πενθερά της, τις πέρριπτεν ες τν νύμφην ατς τ σφάλμα τς μ ποκτήσεως γγόνου δι τ γρας της.
Εναι ληθές, τι σύζυγος τς Διαλεχτς το τ μόνον τέκνον τς γραίας ταύτης, κα οτος δ συνεμερίζετο τν πρόληψιν τς μητρός του ναντίον τς συμβίας ατο.
ν δν τ γένν σύζυγός του, γενε χάνετο. Περίεργον, δέ, τι πς λλην τς ποχς μας ερώτατον θεωρε χρέος κα περτάτην νάγκην τν διαιώνισιν τογένους του.
κάστοτε, σάκις υός της πέστρεφεν κ το ταξιδίου του, διότι εχε βρατσέραν, κα το τολμηρότατος ες τν κτοπλοΐαν, γραα Καντάκαινα ρχετο ες
προϋπάντησιν ατο, τν δήγει ες τν οκίσκον της, τν διάβαζε, τν κατήχει, το βαζε μαναφούκια, κα οτω τν προέπεμπε παρ τ γυναικ ατο. Κα δνλεγε τ λαττώματά της, λλ τ αγάτιζε, δν το μόνο «μαρμάρα», τουτέστι στείρα νύμφη της, τοτο δν ρκει, λλ᾿ το παστρη, πασσάλωτη, ξετσίπωτη κλπ.λα τ εχεν, « ποίσα, δείξα, κληρη».
*
* *
καπετν Καντάκης, φλομωμένος, θαλασσοπνιγμένος, τ κουεν λα ατά,
φαντασία του φούσκωνεν, ξερχόμενος ετα συνήντα τος συναδέλφους του ναυτικούς, ρχιζαν τ καλς ρισες, καλς σς ηρα, πινεν πτ κτ ρώμια, κα μ τριπλν σκοτοδίνην, τν κ τς θαλάσσης, τν κ τς γυναικείας διαβολς κατν κ τν ποτν, εσήρχετο οκαδε κα βάρβαροι σκηνα συνέβαινον τότε μεταξατο κα τς συζύγου του.
Οτως εχον τ πράγματα μέχρι τς παραμονς τν Χριστουγέννων το τους 186... καπετν Καντάκης πρ πέντε μερν εχε πλεύσει μ τν βρατσέραν του ες τν πέναντι νσον μ φορτίον μνν κα ρίφων, κα λπιζεν, τι θ ώρταζε τΧριστούγεννα ες τν οκίαν του. λλ τν λογαριασμν τν καμνεν νευ τοξενοδόχου, δηλ. νευ το Βορρ, στις φύσησεν αφνιδίως γριος κα κλεισαν λα τ πλοα ες τος ρμους, που ερέθησαν. Επομεν μως, τι καπετν Καντάκης το τολμηρς περ τν κτοπλοΐαν. Περ τν σπέραν τς παραμονς τν Χριστουγέννων νεμος μετριάσθη λίγον, λλ᾿ οχ ττον ξηκολούθει ν πνέ. Τμεσονύκτιον πάλιν δυνάμωσε.
Τινς ναυτικο ν τ γορ στοιχημάτιζον, τι, φο κατέπεσεν Βορρς, καπετν Καντάκης θ φθανε περ τ μεσονύκτιον. σύζυγός του μως δν το κεν τος κούση κα δν τν περίμενεν. Ατη δέχθη μόνο περ τν σπέραν τν πίσκεψιν τς πενθερς της, συνήθως φιλόφρονος κα μηδιώσης, τις τ εχήθ τπαραίτητον «καλ δέξιμο», κα δι χιλιοστν φορ τ στερεότυπον «μ᾿ ναν καλγυιό».
Κα ο μόνον, τοτο, λλ τ προσέφερε κα ν χριστόψωμον.

(Το …άνευ δηλητηρίου Χριστόψωμο έργο των χειρών μου)

- Τ ζύμωσα μοναχή μου, επεν θει Καντάκαινα, μ γει ν τ φς.
- Θ τ φυλάξω ς τ Φτα, δι ν᾿ γιασθ, παρετήρησεν νύμφη.
- χι, χι, επε μετ᾿ λλοκότου σπουδς γραα, τ δικό της φυλάει κάθε μινοικοκυρ δι τ Φτα, τ πεσκέσι τρώγεται.
- Καλά, πήντησεν ρέμα Διαλεχτή, το λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
Διαλεχτ το γαθωτάτης ψυχς νέα, οδέποτε δύνατο ν φαντασθ νποπτεύσ κακό τι.
«Πς τπαθε πεθερά μου κα μο φερε χριστόψωμο», επε μόνον καθ᾿ αυτήν, κα φο πλθεν γραα κλείσθη ες τν οκίαν της κα κοιμήθη μετ τίνος δεκαετος παιδίσκης γειτονοπούλας, τις τ κανε συντροφίαν, σάκις λειπεν σύζυγός της. Διαλεχτ κοιμήθη πολ νωρίς, διότι σκοπν εχε ν πάγ ες τν κκλησίαν περ τ μεσονύκτιον. νας δ το γίου Νικολάου μόλις πεχε πεντήκοντα βήματα π τς οκίας της.
Περ τ μεσονύκτιον σήμαναν παρατεταμένως ο κώδωνες. Διαλεχτ γέρθη, νεδύθη κα πλθεν ες τν κκλησίαν. παρακοιμωμένη ατ κόρη το συμπεφωνημένον, τι μόνον μέχρι ο σημάνη ρθρος θ μενε μετ᾿ ατς, θεν φυπνίσασα ατν τν δήγησε πλησίον τν δελφν της. Α δυ οκίαι χωρίζοντο δι τοίχου κοινο.
Διαλεχτ νλθεν ες τν γυναικωνίτην το ναο, λλ μόλις παρλθεν μίσεια ρα κα γυνή τις πτωχ κα χωλ δυστυχής, τις πηρέτει ς νεωκόρος τς κκλησίας, λθοσα τ λέγει ες τ ος.
- Δόσε μου τ κλειδί, λθε ντρας σου.
- ντρας μου! νεφώνησεν Διαλεχτ κπληκτος.
Κα ντ ν δώσ τ κλειδ σπευσε ν καταβ δία.
λθοσα ες τν κλίμακα τς οκίας, βλέπει τν σύζυγόν της κατάβρεκτον,ποστάζοντα δωρ κα φρόν.
- Εμαι μισοπνιγμένος, επε μορμυρίζων οτος, λλ δν εναι τίποτε. ντ ν τρίξωμε ξω, τ καθίσαμε στ ρηχά.
- Πέσατε ξω; νέκραξεν Διαλεχτή.
- χι, δν εναι σο λέω τίποτε. βρατσέρα εναι σίγουρη, μ δυ γκουρες ραγμένη κα καθισμένη.
- Θέλεις ν᾿ νάψω φωτιά;
- ναψε κα δόσε μου ν᾿ λλάξω.
Διαλεχτ ξήγαγε κ το κιβωτίου νδύματα δι τν σύζυγόν της κα ναψε πρ.
- Θέλεις κανένα ζεστό;
- Δν μ᾿ φελε μένα τ ζεστό, επεν καπετν Καντάκης. Κρασ ν βγάλς.
Διαλεχτ ξήγαγεν κ το βαρελίου ονον.
- Πς δν φρόντισες ν μαγειρεύσς τίποτε; επε γογγύζων ναυτικός.
- Δν σ᾿ περίμενα πόψε, πήντησε μετ ταπεινότητος Διαλεχτή. Κρέας πρα. Θέλεις ν σο ψήσω πριζόλα;
- Βάλε, στ κάρβουνα, κα πήγαινε σ στν κκλησιά σου, επεν καπετν Καντάκης. Θ λθω κι γ σ λίγο.
Διαλεχτ θεσε τ κρέας π τς νθρακις, τις σχηματίσθη δη, κα τοιμάζετο ν πακούσ ες τν διαταγν το συζύγου της, τις το κα δική της πιθυμία, διότι θελε ν κοινωνήσ. Σημειωτέον τι τν φράσιν «πήγαινε σ στν κκλησιά σου» βαψεν Καντάκης δι στρυφνς χροις.
- μάννα μου δ θ τμαθε βέβαια τι λθα, παρετήρησεν αθις Καντάκης.
- κείνη εναι στν νορία της, πήντησεν Διαλεχτή. Θέλεις ν τς παραγγείλω;
- Παράγγειλέ της ν λθ τ πρωί.
Διαλεχτ ξλθεν. Καντάκης τν νεκάλεσεν αφνης.
- Μ τώρα εναι τρόπος ν πς σ στν κκλησιά, κα ν μ φήσεις μόνον;
- Ν μεταλάβω κι ρχομαι, πήντησεν γυνή.
Καντάκης δν τόλμησε ν᾿ ντείπ τι, διότι πάντησις θ το βλασφημία. Οχ ττον μως τν βλασφημίαν νδιαθέτως τν πρόφερεν.
Διαλεχτ φρόντισε ν στείλη γγελιοφόρον πρς τν πενθεράν της, να δωδεκαετ παδα τς ατς κείνης γειτονικς οκογενείας, ς θυγάτηρ κοιμήθη φ᾿ σπέρας πλησίον της, κα πέστρεψεν ες τν ναόν.
Καντάκης, στις πείνα τρομερά, ρχισε ν καταβροχθίζ τν πριζόλαν. Καθήμενος κλαδν παρ τν στίαν, βαρύνετο ν σηκωθ κα ν᾿ νοίξη τ ρμάρι δι ν λάβη ρτον, λλ᾿ ριστερόθεν ατο περάνω τς στίας π μικροσανιδώματος ερίσκετο τ Χριστόψωμον κενο, τ δρον τς μητρός του πρς τν νύμφην ατς. Τ φθασε κα τ φαγεν λόκληρον σχεδν μετ το πτο κρέατος.
* * *
Περ τν αγήν, Διαλεχτ πέστρεψεν κ το ναο, λλ᾿ ερε τν πενθεράν της περιβάλλουσαν δι τς λένης τ μέτωπον το υο ατς κα γοερς θρηνοσαν.
λθοσα ατη πρ λίγων στιγμν τν ερε κοκκαλωμένον κα πνουν. πάρασα τος φθαλμούς, παρετήρησε τν πουσίαν το Χριστοψώμου π το σανιδώματος τς στίας, κα μέσως νόησε τ πάντα. Καντάκης φαγε τ φαρμακωμένο χριστόψωμο, τ ποον γραα στρίγλα εχε παρασκευάσει δι τν νύμφην της.
ατρο πιστήμονες δν πρχον ν τ μικρ νήσ· οδεμία νεκροψία νεργήθη. νομίσθη, τι θάνατος προλθεν κ παγώματος συνεπεί το ναυαγίου. Μόνη γραα Καντάκαινα ξευρε τ ατιον το θανάτου. Σημειωτέον, τι γραα, συναισθανθεσα κα ατ τ γκλημά της, δν μέμφθη τν νύμφην της. λλτοναντίον τν περήσπισε κατ τς κακολογίας λλων.
Ἐὰν ζησε κα λλα κατόπιν Χριστούγεννα, στοργος πενθερ κα κουσία παιδοκτόνος, δ θ το πολ ετυχς ες τ γρας της.
(φ. «φημερίς», 26 το Δεκέμβρη 1887).


Επιλογή από: «Χριστουγεννιάτικα Διηγήματα»



«Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι, κατά τον Άγρα, “η τελευταία άνθηση της καθαρεύουσας στα ελληνικά γράμματα”. Θησαυρισμένη από “απανωτά στρώματα παιδείας” (κατά τον Ελύτη) —τον Όμηρο και τους αρχαίους συγγραφείς, τα Ιερά Γράμματα, τους Πατέρες και τους υμνογράφους της Εκκλησίας, το δημοτικό τραγούδι— και δοκιμασμένη στη μετάφραση Ευρωπαίων κλασικών, του δίνει τη δυνατότητα να ακριβολογεί και να κυριολεκτεί, γιατί πολύ απεχθανόταν “χυδαίαν ακυριολεξίαν γυναίων τινών του αθηναϊκού όχλου”. Ο λεξιλογικός του πλούτος του επιτρέπει να επιλέγει κάθε φορά την καταλληλότερη λέξη. [...] Την ακριβολογία του επίσης εξυπηρετεί, και μαζί μ’ αυτήν και την αληθοφάνεια και την πειστικότητα των ιστοριών του, και η βαθιά γνώση του φυσικού λαϊκού προφορικού λόγου, όπως φανερώνεται στην αποτύπωση των διαλόγων, τη σχεδόν φωνογραφική, με τον επιτονισμό, τις παύσεις και τους δισταγμούς τους [...], στην υιοθέτηση της “οικείας φράσης” των αφηγητών [...], στη χρήση σκιαθίτικων ιδιωματισμών [...], στη φυσική, τέλος, ενσωμάτωση της ιδιολέκτου της εργασίας».

(Πολίτου-Μαρμαρινού Ελ., 1997, «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές ως τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, Αθήνα: Σοκόλης, τόμος ΣΤ΄, σελ. 135-136)